Κυριακή 23 Σεπτεμβρίου 2012

~ * Ιστοριογραφία των ερμηνειών του Δίσκου της Φαιστού * ~



Δρ. Μηνά Δ. Τσικριτσή

Μελετητή Αιγαιακών γραφών







Ο λεγόμενος δίσκος της Φαιστού ανακαλύφθηκε από τον L. Pernier στο ομώνυμο ανάκτορο το πρωί της 3ης Ιουλίου 1908. Πρόκειται για πήλινο δίσκο, με διάμετρο 17 εκ., που περιέχει 45 διαφορετικά εικονιστικά σημεία στην κάθε πλευρά του, οργανωμένα σε πέντε σπείρες.

Οι πρώτοι ερευνητές που ασχολήθηκαν με το δίσκο[1] της Φαιστού ήταν οι αρχαιολόγοι, οι οποίοι ανέσκαψαν τη Φαιστό (Pernier) και την Κνωσό (Evans). Στη μελέτη τους δεν ασχολήθηκαν με την ερμηνεία του, αφού έπρεπε να απαντηθούν επιτακτικά τα ερωτήματα σε σχέση με την προέλευση του ευρήματος και τον τρόπο της πιθανής αναγνώσεώς του. Ο μεν Pernier[2] θεώρησε το Δίσκο κρητικής προέλευσης και τον τρόπο ανάγνωσης από τα δεξιά προς τα αριστερά (δηλαδή από την περιφέρεια προς το κέντρο). Ο δε Evans[3] θεώρησε ότι ο Δίσκος δεν έχει Κρητική προέλευση και ότι διαβάζεται από αριστερά προς τα δεξιά (δηλαδή από το κέντρο προς την περιφέρεια). Θεωρεί τη γραφή συλλαβική, χωρίς να αποκλείει τη χρησιμοποίηση κάποιων συμβόλων ως ιδεογραμμάτων. Την ίδια χρονική περίοδο ο Della Seta[4] με εύστοχες παρατηρήσεις ως προς τον τρόπο αποτύπωσης των σημείων, υποστηρίζει ότι το κείμενο στο Δίσκο διαβάζεται από δεξιά προς αριστερά, με αποτέλεσμα να διαβάζεται από την περιφέρεια προς το κέντρο και στο τέλος αναφέρει δύο περιοχές (Α3 & Α5) με διορθώσεις από το γραφέα. Το 1962, ο Ε.Grumach εντοπίζει άλλες δύο περιοχές[5] (Α10 & Β28) στις οποίες τα σύμβολα του Δίσκου έχουν αποτυπωθεί με άλλα σημεία.
Το 1975 ακολούθησε μια κριτική και εμπεριστατωμένη μελέτη του J-P. Olivier[6], ο οποίος αποτύπωσε φωτογραφικά όλες τις λεπτομέρειες και των δύο πλευρών του Δίσκου και παρουσίασε μέσα σε 33 ασπρόμαυρες σελίδες, για πρώτη φορά, τις λεπτομέρειές του μαζί με προβληματισμούς του στον τρόπο ανάγνωσης του Δίσκου. Ως ειδικός επιγραφικός εντόπισε 14 σημεία όπου ο Δίσκος είχε διορθωθεί από το γραφέα του.
Μετά από 20 χρόνια, το 1995, ο L. Godart[7] στο βιβλίο του ολοκληρώνει την έρευνα στα αινίγματα που υπάρχουν με το Δίσκο της Φαιστού. Θεωρεί ότι ο Δίσκος ανήκει στον αιγαιακό χώρο και ότι τα διάφορα σύμβολά του μπορούν να ταυτιστούν με αρχαιολογικά ευρήματα από το 1750-1200 π.Χ. Θεωρεί ότι η γραφή είναι συλλαβική και αποδίδει τη γλώσσα που μιλιόταν στο Αιγαίο στην εποχή αυτή. Πιστεύει επίσης ότι ο Δίσκος γράφτηκε από την περιφέρεια στο κέντρο, με πρώτη πλευρά ανάγνωσης την α΄ που έχει ένα ρόδακα στο κέντρο και ακολουθεί η άλλη πλευρά. Τα 241 σύμβολα του Δίσκου θεωρεί ότι, είναι λίγα και ότι αν δε βρεθεί ικανοποιητικός αριθμός νέων κειμένων στην ίδια γραφή, κάθε προσπάθεια ερμηνείας του Δίσκου θα είναι καταδικασμένη.
Με το Δίσκο της Φαιστού ασχολήθηκε και ο Έλληνας επιστήμων Κτιστόπουλος, ο οποίος συνέβαλε σημαντικά στην αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β΄. Στο προσωπικό του αρχείο εντόπισα σκέψεις για την πιθανή ερμηνεία του, τις οποίες ποτέ δεν δημοσιοποίησε. Η περισσότερο ενδιαφέρουσα παρατήρησή του σχετιζόταν με την προέλευση του Δίσκου. Θεωρεί το Δίσκο Κρητικό δημιούργημα λόγω της ταύτισης αρκετών ιδεογραμμάτων με πρωτογραμμικά σύμβολα.
Εκτός των παραπάνω σοβαρών προβληματισμών που αναφέρθηκαν από αξιόλογους επιγραφικούς και άλλους μελετητές, οι οποίοι ασχολήθηκαν με το Δίσκο, υπήρξαν και άλλοι που προσπάθησαν να τον ερμηνεύσουν. Γενικά ο Δίσκος της Φαιστού έχει προκαλέσει, όπως είναι γνωστό, πολύ μεγάλη συζήτηση σε επιστημονικούς και ευρύτερους κύκλους[8].
Οι περισσότεροι από τους επίδοξους ερμηνευτές του Δίσκου άρχισαν μαντεύοντας τη γλώσσα γραφής του. Οι περισσότεροι διαλέγουν την ελληνική, αν και η γλώσσα που παρουσιάζουν μέχρι σήμερα δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις τις γλωσσολογίας. Η μικρότερη οικογένεια αποκρυπτογραφών διαλέγει γλώσσες με ασαφείς ομοιότητες, όπως τη Βασκική τη Χετιτική τη Λουβιτική ή την Ετρουσκική, η οποία είναι ασαφής. Άλλοι επινόησαν δικές τους γλώσσες[9] και συνεπώς είναι δύσκολο να αποδειχθεί το λάθος της ερμηνείας.
Το 1931 σε έκδοση Οξφόρδης και στο βιβλίο «Δια της Βασκικής στη Μινωική», ο F.G.Gordon[10] προσπαθεί να ερμηνεύσει το Δίσκο με την αντιστοίχηση κάθε συμβόλου με μία σχετική λέξη. Στη σελίδα 55 ερμηνεύει το Δίσκο με τα ακόλουθα λόγια: «Ο άρχοντας ανεβαίνοντας με τα φτερά στα πόδια του το κουραστικό μονοπάτι, ο νικητής των άστρων, ο κόλπος με τα αφριστά νερά, νικητής του σκυλόψαρου στο λουλούδι που απλώνεται, ο άρχοντας ο νικητής του τομαριού του αλόγου, ο σκύλος ανεβαίνοντας το μονοπάτι, ο σκύλος αδειάζοντας με το πόδι τις κανάτες του νερού, ...», τα σχόλια είναι περιττά.
Το 1931 η Melian Stawell στο βιβλίο της «Κλείδα των Κρητικών γραφών», στηρίζεται στην ακροφωνική θεωρία, κατά την οποία κάθε σημείο λαμβάνει την πρώτη συλλαβή της λέξης που θεωρεί ότι την αντιπροσωπεύει. Με τον τρόπο αυτό θεώρησε ότι η Μινωική γραφή σχετίζεται με την ελληνική αρχαϊκή γλώσσα. Έτσι έδωσε σε κάθε αντικείμενο την αντίστοιχη ελληνική λέξη που θεωρούσε σωστή και μετά από συντμήσεις κατέληξε σε συλλαβικές φθογγικές αξίες. Κατά την άποψή της, κάθε ομάδα των συμβόλων του Δίσκου σχημάτιζε μία φράση. Με τον τρόπο αυτό προχώρησε στη μετάφραση του Δίσκου ξεπερνώντας κάθε προηγούμενο. Χαρακτηριστικά, κάποια φράση του Δίσκου την ερμηνεύει ως εξής: an-sa-ko-te-re μεταγράφει Ανά, Σαώ, κοώ, Θεά, Ρέα και ερμηνεύει “Σήκω, Σώτειρα! Άκουσε. Θεά Ρέα”. Είναι εμφανές ότι η ερμηνεύτρια δεν είχε ιδέα της αρχαϊκής ελληνικής γλώσσας που επικαλείτο.
Παρόμοιες με τις παραπάνω μεθόδους ερμηνειών του Δίσκου έχουν ακολουθηθεί και από Έλληνες στις ημέρες μας.
Το 1975 ο φιλόλογος Κ. Καλλιφατίδης[11] ερμηνεύει το Δίσκο ως ιδεογράμματη γραφή και όχι συλλαβική. Απεικονίζει κάθε ιδεόγραμμα με μία λέξη, που κατά το συγγραφέα σχετίζεται άμεσα. Έτσι, το σύμβολο του ορτυκιού σημαίνει Οτρυγία, του μαστού σημαίνει Μήτηρ, της πυγμής σημαίνει Πύκτης, του βέλους Βέλος, του καλαμιού κάλαμος, του τζιτζικιού τέττιξ, του δρεπανιού Δρεπάνη κλπ. Με τον τρόπο αυτό διαβάζει από την περιφέρεια στο κέντρο της κάθε πλευράς δύο ποιήματα θρησκευτικού περιεχομένου. Η ερμηνεία της α΄ πλευράς αναφέρεται στον «Διδυμαίω κούρω Φοίβω πλοιαφέτη γέρανος» και της β΄ πλευράς στην «Παράκληση μεσιτείας Μητρός Δικτυνναίων Φοίβω Πλοιαφέτη». Η παραπάνω ερμηνευτική μέθοδος, μου θυμίζει ένα παιχνίδι που μαθαίνω στους μαθητές μου, όταν διδάσκονται στο Word τη διαδικασία εύρεσης και αντικατάστασης(Find-Replace). Τότε τους δίνω το Δίσκο της Φαιστού κωδικοποιημένο σε ένα αρχείο με αριθμούς, όσα και τα 45 σύμβολά του. Ο κάθε μαθητής αντιστοιχεί τυχαία κάθε αριθμό με ένα επίθετο (π.χ καλός, ωραίος, μεγάλος …) το σύμβολο της γωνίας > με το ρήμα πηγαίνω και το κεφάλι με την λέξη άνακτας ή ιερέας. Το αποτέλεσμα του παιχνιδιού είναι εντυπωσιακό και καταλήγει σε ωραία ποιήματα που αναφέρονται στο μινωικό ανάκτορο.
Ο πολυγραφότατος Θ. Αξιώτης με τα βιβλία του «Η Αποκρυπτογράφηση του Δίσκου της Φαιστού», στηρίχθηκε στο συμβολισμό του Δίσκου για να ερμηνεύσει ένα μεγάλο μέρος της μυθολογίας(άθλοι Ηρακλέους…) το οποίο συσχετίζει με την ερμηνεία του Δίσκου. Με συμβολικό τρόπο άλλοι ερμηνευτές ταυτίζοντας τα σύμβολα ρόπαλο και δέρμα με τον Ηρακλή ερμηνεύουν τους άθλους του.
Το 1984 ο αστρολόγος και μέντιουμ Π. Καραμηνάς[12] ερμηνεύει ότι η κοχλιώδης γραφή του Δίσκου της Φαιστού, περιγράφει το δρόμο που θα ακολουθήσουν οι Αιγύπτιοι, όταν φθάσουν στην Φαιστό και μέσω του Λαβυρίνθου να οδηγηθούν στην Κνωσό χωρίς να γίνουν αντιληπτοί. Ταυτίζει το σύμβολο της οικίας στο Δίσκο με πτητική μηχανή (αερόστατο) και αναφέρει ότι ο Δίσκος περιγράφει τη συνταγή κατά την οποία οι Μινωίτες έφτιαχναν ένα είδος Νάιλον με το οποίο επένδυαν αυτήν την κατασκευή για να είναι ελαφριά και να πετάει.(χωρίς σχόλιο)
Κάποιος ερμηνευτής του Δίσκου τον συσχέτισε με τις γεωμαντικές πυξίδες του Φενγκ Σούι. Χωρίς σχολιασμό θα αναφέρω και την πιο πρόσφατη ερμηνεία του καθηγητή Καλών Τεχνών από την Ιταλία Ρομπέρτο Μοσχίνι, ο οποίος, στο Ηράκλειο Κρήτης πριν δύο χρόνια παρουσίασε μια Νουβέλα ερμηνεύοντας το Δίσκο. Στο έργο του υποστηρίζει ότι ο Δίσκος αναφέρεται «στη στενοχώρια ενός νέου από τη Νουβία της Αφρικής που επισκέφτηκε την Κρήτη. Στη συνέχεια ο νεαρός αποπλάνησε μια Μινωίτισσα και το παιδί που γεννήθηκε προκαλεί αναστάτωση στην καταγωγή του βρέφους».
Το 1996 εκδόθηκε η ερμηνεία της Έφης Πολυγιαννάκη με τίτλο «Ο Δίσκος της Φαιστού μιλάει Ελληνικά»[13]. Στο βιβλίο αυτό η συγγραφέας θεωρεί τη φορά ανάγνωσης από την περιφέρεια στο κέντρο. Στηριζόμενη στην ακροφωνία απεικονίζει το κάθε ιδεόγραμμα με μια συλλαβική αξία θεωρώντας τη γλώσσα Ελληνική. Το αποτέλεσμα είναι να μεταγράφει τη λέξη a-qe στην αρχή άλλων 13 λέξεων με την λέξη Άκουε (με τη σημασία εισακούω τη δέηση). Από αυτήν και μόνο την αυθαιρεσία καταφαίνεται το λάθος των περισσοτέρων λέξεων της υπόλοιπης μεταγραφής. Πρέπει να παρατηρήσω ότι το ρήμα Ακούω, αν και είναι ομηρικό, ετυμολογείται από το *ak –(οξύς, μυτερός, ακμή…) και το ουσιαστικό ους - «αφτί». Άλλη άποψη συνδέεται με τη ρίζα *kew ή *skew (παρατηρώ στρέφω την προσοχή μου) και σχετίζεται με τους τύπους που διασώζει ο Ησύχιος «κοώ? ακούει. πεύθεται» ή ο τύπος κοέω δωρ. κωάω. Έτσι θα έπρεπε να έχουμε στη λέξη ένα F δίγαμα για να ερμηνευτεί σωστά. Στο σύνολό της η ερμηνεία δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις της γλωσσολογίας.
Το 1988 εκδόθηκε[14] η ερμηνεία του Δίσκου από τον Γ. Πολύμερο, ο οποίος δέχεται τις φωνητικές αξίες με την ίδια λογική που αναφέρει το βιβλίο της κ. Ε. Πολυγιαννάκη, αλλά διαβάζει το Δίσκο από το κέντρο προς την περιφέρεια. Το αποτέλεσμα και αυτής της ερμηνείας δεν στηρίζεται σε κανόνες γλωσσολογίας. Χαρακτηριστικά ερμηνεύει τη λέξη na-ze-di-sa ως ανασταθείσα και σε πολλές άλλες λέξεις προσάπτει κατά το δοκούν προθέματα και άλλα φωνήματα, όπως στη λέξη Α2 διαβάζει na-to-ru-ka και τη μεταγράφει ως Ανακτορική. Η λέξη ανάκτορο στη γραμμική Β’ γράφεται wa-na-ka-te-ro= Fανάκτερον. Η ερμηνεία αυτή παρουσιάζει έντονα γλωσσολογικά προβλήματα.
Ολοκληρώνοντας την ιστοριογραφική μας αναφορά θα αναφερθούμε σε δύο ερμηνείες. Η πρώτη αναφέρεται στη συσχέτιση του Δίσκου με Χετιτικά (Λουβίτικα) ιερογλυφικά σύμβολα από τους ερευνητές Best και Woudhuizen[15]. Η α΄πλευρά υποστηρίζουν ότι είναι μία επιστολή σε Λουβίτικα του βασιλιά Arzawa Tarhundaradus προς το βασιλιά Νέστορα της Φαιστού και τους αντιβασιλείς του. Τη β΄ πλευρά ερμηνεύουν ότι είναι η απαντητική επιστολή του Νέστορα που ορίζει αρμοδιότητες στον Ιδομενέα, στον Κυνέα και στον Uwas σε διάφορες περιοχές. Κατά την ερμηνεία αυτή ο Δίσκος συντάχθηκε το 1400π.Χ, αφού τα χετιτικά κείμενα τεκμηριώνουν ότι ο βασιλιάς Tarhundaradus κυβέρνησε εκείνη την εποχή. Ωστόσο ο βασιλιάς Ιδομενέας ζει στον Τρωικό πόλεμο (1200 π.Χ). Το μεγαλύτερο πρόβλημα στην ερμηνεία αυτή είναι ότι ο Δίσκος χρονολογείται το 17ο αιώνα π.Χ.
Η δεύτερη προσπάθεια ερμηνείας από τον Ντέρκ Όλενροθ[16] (καθηγητή Μεσαιωνικής Φιλολογίας) ήταν πρωτότυπη λόγω του ότι αντιστοίχισε κάθε σύμβολο του Δίσκου με ένα γράμμα του αλφαβήτου. Το αποτέλεσμα αυτής της ανάγνωσης (από το κέντρο στην περιφέρεια), είναι ο ισχυρισμός ότι το κείμενο απευθύνεται σε δύο ιερά εκτός Κρήτης. Στην α΄πλευρά ερμηνεύει ότι προειδοποιεί, πως «όποιος πατήσει τα ιερά ενδότερα, θα επιστρέψει χωρίς τη σκιά του, καταραμένος, παραδομένος στο θάνατο». Στην β΄ πλευρά αναφέρεται στο Άλσος της Ελαίας, τόπος λατρείας της Δήμητρας, και μεταγράφει: «Άναψε φωτιά γύρω απ΄το στιλβωμένο ξύλο. Ολόγυρα απ΄ του θυσιαστηρίου τον καπνό σκάψε τη γή. Και έξαφνα χλιμίντρισε όπως ένα ζευγάρι άλογα χλιμιντράει ». Όπως ο ίδιος ο ισχυρίζεται, η ερμηνεία του είναι βγαλμένη από την αυθαιρεσία και θα είχε λιγοστούς συμμάχους που θα δεχόταν την ύπαρξη ενός εξελιγμένου αλφαβήτου, όταν την εποχή αυτή και για τα μετέπειτα 500 χρόνια κυριαρχούσαν οι συλλαβικές γραφές.
Τελικά, οι ερμηνείες του Δίσκου της Φαιστού είναι πάρα πολλές και δεν είναι δυνατόν να αναφερθούμε σε όλες[17]. Πιστεύω ότι αυτή η προδημοσίευση[18] βοηθά τον αναγνώστη να σχηματίσει άποψη γύρω από το μυστήριο του Δίσκου και ότι κάθε μελλοντική προσπάθεια ερμηνείας του δεν θα είναι επιβεβαιώσιμη χωρίς την παρουσία και άλλων ενεπίγραφων αντικειμένων ιδίου περιεχομένου.


http://4mati.blogspot.gr/2005/03/blog-post_113457282297914463.html



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου