Τετάρτη 1 Μαΐου 2013

~ * Οι φωνές των νερών * ~









Ένα δάσος στη μέση της Γης και ο θεϊκός κουφός να
στέκεται όρθιος και πλάι του να τρέχει το ποτάμι, να τρέχει χωρίς ήχο.
Να το κοιτάζει και να μην ακούει τις φωνές του.
Αυτές οι φωνές του νερού, που μέσα στη νύχτα συνηχούν σαν εκκλησιαστικό όργανο, χύνουνται μέσα στην εκστατική
ψυχή του ανθρώπου, όπως μέσα σε άβυσσο.
Χύνουνται και τη γεμίζουν προσευχή.
Μέσα στη μνήμη μου κρατώ τόσες φωνές των νερών.
Είχανε κυκλωθεί τα παιδιάτικα χρόνια μου από τα κρυφομιλήματα του καλοκαιριάτικου Αιγαίου, και κατόπι, σαν ερχόταν ο χειμώνας, και η Ανατολή κατέβαζε κείνες τις μεγαλόπρεπες αγριοκαιριές.
Άρχιζε να βογγάει το πέλαγο, να βρουχιέται σαν το λιοντάρι και
να χυμάει κατάστηθα πάνω στους πελώριους όρθιους βράχους,
να τους τραντάζει συθέμελα.
Από τότε οι φωνές του Αιγαίου λικνίζουν
όλους τους στοχασμούς και όλα μου τα όνειρα.
Ύστερα γνώρισα τις φωνές των ποταμιών.
Αυτοί μιλάν άλλη γλώσσα.
Πιο δύσκολη, πιο μυστική, σχεδόν μια υπόγεια γλώσσα.
Ο Στρυμόνας, ο Πηνειός, ο Άραχθος. Οι ποταμοί της Μακεδονίας. Της Βορινής Ηπείρου. Οι ποταμοί της Μικρασίας. Τα νερά που ορμούν από τα σπλάχνα του Ολύμπου της Βιθυνίας και καλπάζουν αλαλάζοντας μέσα απ' όλα τα σοκάκια της ονειρευτής Προύσας. Και του Βόδα τα νερά που περνούν σιωπηλά μέσα από το Μοναστήρι, το Μοναστήρι της Σερβίας.
Που μιλούσαν ελληνικά, τραγουδούσαν ελληνικά και τώρα θρηνούν σλάβικα. Και στις όχτες του μια διπλή, ατέλειωτη παράταξη από ανθισμένες ακακίες.
Γεμίζουν τη νύχτα από την άσπρη ανταύγεια τους.
Κάνουν τον αέρα γλυκόν στην άκρη της γλώσσας με το παχύ τους μύρο και, σαν πάρει να φυσάει ο αγέρας από τις κορφές του Περιστεριού, τις τραντάζει, και το ποτάμι γεμίζει από λουλούδια πού ταξιδεύουν.
Ακόμα κρατώ μέσα στο ηχείο της μνήμης μου τις κραυγές από τους καταρράχτες της Έδεσσας, όταν γκρεμίζονται από ψηλά μέσα σ' έναν απέραντο κάμπο, πυκνό από τα δάση της κερασιάς.
Και τις φωνές από τα κρεμάμενα νερά της Νάουσας και του Άγρα.
Και τα νερά του Κρητικού Ψηλορείτη, και του Γεροποταμού,
που τρέχει στους πρόποδες του λόφου με τα μεγαλόπρεπα ερείπια των Μινωικών παλατιών.
Και αντίκρυ μια βουνοκορφή σε σχήμα εφιππίου, και αυτό είναι η σέλλα του Διγενή Ακρίτα, πού έσκυβε να πιει νερό από το Γεροποταμό, και με τα γένια του έφραζε το φαράγγι και πισωγύριζαν τα νερά.

Στρατής Μυριβήλης


Απ' την Ελλάδα, Εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της Εστίας








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου